
Οι Ηνωμένες Πολιτείες δείχνουν πρόθυμες να συμβάλουν ουσιαστικά σε ένα δυτικό σχέδιο ασφάλειας για την Ουκρανία μετά το τέλος του πολέμου, χωρίς όμως να στείλουν δικές τους μάχιμες δυνάμεις στο ουκρανικό έδαφος. Η στάση αυτή σηματοδοτεί μια σημαντική μετατόπιση από προηγούμενες πολιτικές, ειδικά σε σύγκριση με την περίοδο της κυβέρνησης Τραμπ.
Η φύση της αμερικανικής συνεισφοράς
Όπως αποκαλύπτουν Ευρωπαίοι και Ουκρανοί αξιωματούχοι στους Financial Times, η Ουάσιγκτον προτίθεται να προσφέρει «στρατηγικούς πολλαπλασιαστές ισχύος», δηλαδή μέσα συλλογής πληροφοριών, επιτήρησης και αναγνώρισης (ISR), δυνατότητες διοίκησης και ελέγχου, καθώς και εναέρια και επίγεια συστήματα αεράμυνας.
Αμερικανικά αεροσκάφη, επίγειοι σταθμοί ραντάρ και υποδομές logistics θα μπορούσαν να ενισχύσουν μια ευρωπαϊκή δύναμη αποτροπής, η οποία θα αναλάβει την ευθύνη για την επιβολή ζώνης απαγόρευσης πτήσεων και τη φύλαξη των ουκρανικών συνόρων μετά από μια πιθανή ειρηνευτική συμφωνία.
Αξίζει να σημειωθεί ότι αυτή η προσφορά αντιπροσωπεύει στροφή από την αρχική θέση της κυβέρνησης Τραμπ, η οποία είχε αποκλείσει κάθε μορφή εμπλοκής μετά τον πόλεμο.
Το σχέδιο των «πρόθυμων» και η νέα αμυντική αρχιτεκτονική
Στην καρδιά του σχεδίου βρίσκεται μια «συμμαχία των προθύμων», με το Ηνωμένο Βασίλειο και τη Γαλλία να ηγούνται, ενώ άλλες ευρωπαϊκές χώρες αναμένεται να συνεισφέρουν συνολικά τέσσερις έως πέντε ταξιαρχίες.
Το προσχέδιο προβλέπει τρία επίπεδα άμυνας:
- Μια αποστρατιωτικοποιημένη ζώνη υπό διεθνείς παρατηρητές ή ουδέτερες ειρηνευτικές δυνάμεις.
- Μια πρώτη γραμμή άμυνας από ουκρανικές δυνάμεις, οι οποίες θα είναι εξοπλισμένες και εκπαιδευμένες από το ΝΑΤΟ.
- Μια ευρωπαϊκή δύναμη αποτροπής βαθύτερα στο ουκρανικό έδαφος, με τις ΗΠΑ να προσφέρουν υποστήριξη από τα μετόπισθεν.
Ο Αντρίι Γερμάκ, προσωπάρχης του Βολοντίμιρ Ζελένσκι, επιβεβαίωσε ότι «η εικόνα θα είναι ένα μίγμα στρατιωτικής, πολιτικής και οικονομικής στήριξης», υπογραμμίζοντας πως «οι ΗΠΑ μπορούν να δώσουν τη ραχοκοκαλιά που κάνει όλη την αρχιτεκτονική αποτροπής να λειτουργήσει».
Επιφυλάξεις και ανησυχίες για την εμπλοκή
Παρά την πρόοδο, η Ουάσιγκτον επιμένει ότι δεν θα στείλει δικά της στρατεύματα στην Ουκρανία, κάτι που προκαλεί αμφιβολίες για την ανθεκτικότητα των εγγυήσεων. Ο υπουργός Άμυνας Πιτ Χέγκσεθ και άλλα στελέχη της κυβέρνησης Τραμπ εκφράζουν ανησυχία ότι ακόμη και η παροχή υποστηρικτικών μέσων μπορεί να εμπλέξει τις ΗΠΑ σε μελλοντική σύγκρουση.
Ταυτόχρονα, πολλές ευρωπαϊκές κυβερνήσεις εμφανίζονται επιφυλακτικές απέναντι στην ιδέα αποστολής χιλιάδων στρατιωτών σε ουκρανικό έδαφος, με το πολιτικό κόστος και τον κίνδυνο αντιδράσεων της κοινής γνώμης να παραμένουν υψηλά.
Ο ίδιος ο Τραμπ επιχειρεί να διατηρήσει χαμηλούς τόνους, λέγοντας ότι «δεν έχουμε καν συζητήσει τις λεπτομέρειες» και ότι η αμερικανική εμπλοκή θα είναι «από την πλευρά της υποστήριξης, κυρίως από αέρα».
Το αδιέξοδο με τη Ρωσία και οι διπλωματικές προκλήσεις
Το σχέδιο εξακολουθεί να σκοντάφτει στην αδιαλλαξία της Μόσχας, όπως αναφέρουν οι Financial Times. Ο Βλαντίμιρ Πούτιν ζητά να συμμετάσχει η Ρωσία στις εγγυήσεις ασφάλειας, κάτι που το Κίεβο απορρίπτει κατηγορηματικά. Οι διαφορές για τα μεταπολεμικά σύνορα και τον έλεγχο περιοχών όπως το Ντονμπάς παραμένουν αγεφύρωτες.
Παρά τις επαφές σε Ουάσιγκτον και Βρυξέλλες, η ειρηνευτική ώθηση του Τραμπ δεν έχει αποφέρει χειροπιαστά αποτελέσματα. Ωστόσο, η μετατόπιση της αμερικανικής στάσης στο θέμα των εγγυήσεων έχει προκαλέσει ικανοποίηση σε ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, που επί μήνες πίεζαν τις ΗΠΑ να συμβάλουν περισσότερο.