
Η πρόσφατη παρουσίαση της νέας τουρκικής πυραυλακάτου, πλήρως σχεδιασμένης και ναυπηγημένης στην Τουρκία, εντάσσεται σε ένα ευρύτερο στρατηγικό πλαίσιο ενίσχυσης της τουρκικής ναυτικής ισχύος στις κρίσιμες θαλάσσιες ζώνες του Αιγαίου και της Ανατολικής Μεσογείου. Η επιλογή της ονομασίας του πλοίου υποδηλώνει σαφώς την πρόθεση προβολής ισχύος και αποφασιστικότητας σε περιοχές με αυξημένη ένταση και ανταγωνισμό.
Το πλοίο αναπτύχθηκε από την τουρκική αμυντική βιομηχανία STM, στο πλαίσιο προγράμματος που ξεκίνησε το 2020 υπό την εποπτεία της Προεδρίας Αμυντικών Βιομηχανιών. Η πρώτη φάση ναυπήγησης ξεκίνησε στις 8 Ιουλίου 2025, ενώ το τελικό σχέδιο αναμένεται να παρουσιαστεί στην έκθεση IDEF, τη μεγαλύτερη διεθνή πλατφόρμα προβολής τουρκικού στρατιωτικού εξοπλισμού. Ο σχεδιασμός του πλοίου δίνει έμφαση στην ταχύτητα, την ευκινησία και την επιχειρησιακή ευελιξία σε περιβάλλοντα υψηλής έντασης.
Η πυραυλάκατος διαθέτει σημαντική επιθετική ισχύ, καθώς φέρει οκτώ αντιπλοϊκούς πυραύλους τύπου ATMACA, κύριο πυροβόλο διαμετρήματος 76 χιλιοστών και σύστημα αεράμυνας εγγύς προστασίας τύπου Point Defense, παρόμοιο με το RAM. Επιπλέον, είναι εξοπλισμένη με ραντάρ ελέγχου πυρός AKR-D με εμβέλεια 120 χιλιομέτρων και ραντάρ πλοήγησης τύπου ALPER. Το πλοίο ενσωματώνει επίσης προηγμένους αισθητήρες και δυνατότητες για αποστολές αναγνώρισης και ελέγχου θαλάσσιας κυριαρχίας σε περιοχές αυξημένης γεωπολιτικής έντασης.
Σύμφωνα με τουρκικά τεχνικά μέσα, η πλατφόρμα βασίζεται στην κατηγορία STM-MPAC, με μήκος περίπου 66 μέτρων, εκτόπισμα 620 τόνων και επιχειρησιακή ακτίνα άνω των 1.000 ναυτικών μιλίων σε χαμηλές ταχύτητες. Η μέγιστη ταχύτητα εκτιμάται ότι θα υπερβαίνει τους 40 κόμβους, ενώ το πλήρωμα θα αποτελείται από περίπου 40 άτομα. Το σκάφος έχει σχεδιαστεί ώστε να μπορεί να μεταφέρει φουσκωτό RHIB για επιχειρήσεις ειδικών δυνάμεων και αποστολές αναγνώρισης σε παράκτιες περιοχές ή νησίδες.
Ξεπουλιέται η Ιταλική αμυντική βιομηχανία στον Ερντογάν - Εξαγοράστηκε η Esplodenti Sabino από την τουρκική ARCA Defense - Κίνδυνος για Ελλάδα
Η τουρκική ρητορική γύρω από το νέο αυτό ναυτικό μέσο είναι έντονα επιθετική. Μέσα ενημέρωσης της χώρας το παρουσιάζουν ως «νέα δύναμη» που θα κυριαρχήσει στην Ανατολική Μεσόγειο, υποστηρίζοντας ότι θα προκαλέσει προβληματισμό στις ελληνικές και κυπριακές ένοπλες δυνάμεις. Παράλληλα, γίνεται λόγος για ανησυχία της Ελλάδας σχετικά με τις δυνατότητες του πλοίου, με το τουρκικό αφήγημα να τονίζει την πρόθεση της Άγκυρας να προωθήσει τις θαλάσσιες διεκδικήσεις της όχι μόνο μέσω διπλωματικών μέσων, αλλά και με στρατιωτική υποστήριξη.
Το «Εθνικό Σκάφος Επίθεσης» δεν αποτελεί απλώς συνέχεια των προγραμμάτων MILGEM ή των φρεγατών ISTIF, αλλά εισάγει ένα νέο επιχειρησιακό εργαλείο για το τουρκικό Πολεμικό Ναυτικό, σχεδιασμένο να δρα σε περιοχές χωρίς σαφή οριοθέτηση και σε γκρίζες ζώνες. Η χρήση αποκλειστικά εγχώριων τεχνολογιών και η αποφυγή εξάρτησης από δυτικούς προμηθευτές ενισχύει την τουρκική αμυντική αυτάρκεια και προσδίδει πολιτική ευελιξία σε περιόδους κρίσεων ή εμπάργκο.
Σε ένα περιβάλλον γεωπολιτικής αστάθειας όπως αυτό της Ανατολικής Μεσογείου, η ένταξη ενός τόσο επιθετικού πλοίου στον τουρκικό στόλο εντείνει την ανάγκη για συνεχή επιτήρηση, στρατηγικό σχεδιασμό και αποτρεπτική ισχύ. Η παρουσία του σε θαλάσσιες περιοχές πλησίον ελληνικών νησιών προσθέτει ένα ακόμη στοιχείο στην αυξανόμενη στρατιωτικοποίηση των τουρκικών επιδιώξεων, δημιουργώντας νέες προκλήσεις για τους αρμόδιους επιτελείς.