
«Σε τελική ανάλυση, η επιλογή ανήκει στον λαό, στον ρωσικό λαό», ανέφερε χαρακτηριστικά. «Πιστεύω ότι θα πρέπει να υπάρχει ένα πρόσωπο, ή μάλλον περισσότερα πρόσωπα, ώστε ο λαός να έχει επιλογή».
Κι όμως, πίσω από αυτή τη ρητορική περί ελεύθερης επιλογής και ανοικτού διαλόγου, η πραγματικότητα δείχνει έναν ηγέτη που ελέγχει απόλυτα τον διάλογο και τους παίκτες γύρω από το ζήτημα της διαδοχής.
Έτσι κι αλλιώς σε παλαιότερες τοποθετήσεις του, ο Πούτιν είχε χαρακτηρίσει τις συζητήσεις περί διαδοχής ως αποσταθεροποιητικές, τονίζοντας ότι «πλήττουν την κυβερνητική σταθερότητα». Η απόφασή του να διεκδικήσει εκ νέου την προεδρία το 2024, του επιτρέπει να παραμείνει στην εξουσία έως το 2030, αν όχι και πέρα από αυτό.
Ταυτόχρονα, ο Πούτιν φαίνεται να χτίζει ένα δίκτυο εξουσίας γύρω από πρόσωπα του οικογενειακού και πολιτικού του περιβάλλοντος. Η πρόσφατη τοποθέτηση της ξαδέρφης του Άννας Τσιβιλιόβα στη θέση της υφυπουργού Άμυνας, καθώς και η παρουσία συγγενών ή παιδιών ισχυρών αξιωματούχων σε θέσεις-κλειδιά, ενισχύει το αφήγημα περί «κληρονομικής εξουσίας».
Το Institute for the Study of War μάλιστα επισημαίνει ότι ο Πούτιν ίσως προετοιμάζει τη μεταβίβαση εξουσίας σε πρόσωπα από τον στενό του κύκλο, δημιουργώντας ένα καθεστώς που θα παραμείνει πιστό στο όραμά του, ακόμη κι αν ο ίδιος αποχωρήσει.
Χωρίς έναν επίσημο διάδοχο, και με τη ρωσική πολιτική σκηνή να περιστρέφεται γύρω από το πρόσωπό του, η οποιαδήποτε «επιλογή» φαίνεται περισσότερο ως μια σκηνοθετημένη διαδικασία, παρά ως γνήσια δημοκρατική μετάβαση.
Ο Πούτιν μιλά για το τέλος, αλλά οι κινήσεις του δείχνουν ότι το έχει ήδη καθυστερήσει — ή και ακυρώσει.