
«Η διαφορά μας με τη ΝΔ είναι ότι εμείς θέλουμε κάθαρση του πολιτικού συστήματος, όποιους κι αν αφορά, απ’ όπου κι αν προέρχονται, χωρίς κανέναν αστερίσκο. Ακόμα και αν αφορά το δικό μας κόμμα», δήλωσε ο Μανώλης Χριστοδουλάκης για τον ΟΠΕΚΕΠΕ.
Λίγο πριν γίνει γνωστή η παραίτηση του γραμματέα της Ν.Ε. Ηρακλείου ΠΑΣΟΚ Λάμπρου Αντωνόπουλου, ο οποίος επέστρεψε μάλιστα την επιδότηση που είχε πάρει το 2020, ο βουλευτής Ανατολικής Αττικής του ΠΑΣΟΚ, μιλώντας στην ΕΡΤ στην εκπομπή «NEWSROOM», πρόσθεσε: «Δεν σηκώνουμε σε καμία θεσμική λειτουργία ή κομματική ιδιότητα του κόμματός μας εξαίρεση ή κάλυψη. Όταν θες να χτίσεις εμπιστοσύνη με την κοινωνία, αυτό πρέπει να γίνεται οριζόντια, χωρίς κομματικές παρωπίδες».
Ο κ. Χριστοδουλάκης ξεκαθάρισε τη διαφορά μεταξύ Εξεταστικής και Προανακριτικής Επιτροπής, σημειώνοντας ότι «η Εξεταστική Επιτροπή δεν μπορεί να διερευνήσει τυχόν ποινικές ευθύνες, των οποίων οι ενδείξεις εμπεριέχονται στη δικογραφία», εξηγώντας έτσι το θεσμικό πλαίσιο της κοινοβουλευτικής διαδικασίας.
Σχολιάζοντας τη στάση της κυβερνητικής πλειοψηφίας, άφησε σαφείς αιχμές για καθυστέρηση στις θεσμικές ενέργειες με στόχο την παραγραφή ευθυνών: «6 Οκτωβρίου παραγράφονται οι ποινικές ευθύνες. Πιθανώς, η Εξεταστική να χρησιμοποιείται για να παρέλθει η 6η Οκτωβρίου. Οπότε, μετά δεν θα έχει και κανένα απολύτως νόημα η διερεύνηση τυχόν ευθυνών».
Αναλύοντας τη θεσμική διαδικασία, ο βουλευτής του ΠΑΣΟΚ υπογράμμισε ότι «η Προανακριτική Επιτροπή σημαίνει ότι επειδή ο Εισαγγελέας δεν μπορεί να ερευνήσει για πολιτικά πρόσωπα και υπουργούς, βάσει του άρθρου 86 του Συντάγματος, στέλνει τη δικογραφία στη Βουλή», για να αξιολογηθεί. Και πρόσθεσε «Όχι αν υπάρχουν απλές ενδείξεις. Αρκεί απλώς να μην είναι προδήλως αβάσιμο το αίτημα, όπως είχε πει ο ίδιος ο κύριος Βορίδης, στις 4 Μαρτίου».
Ο κ. Χριστοδουλάκης έθεσε ένα κρίσιμο ερώτημα, που «καλείται να απαντήσει η ελληνική κοινωνία. Ποιος είναι αρμόδιος να αποφασίσει επί των ποινικών ευθυνών; Η Ελληνική Δικαιοσύνη ή το κόμμα της ΝΔ»;
Κάνοντας μια αναδρομή στις κυβερνητικές πρακτικές του πρόσφατου παρελθόντος, υπενθύμισε πως στο παρελθόν «έστελναν χωρίς Προανακριτική τον Τριαντόπουλο και τον Καραμανλή στον φυσικό δικαστή, ενώ έλεγαν ότι είναι αθώοι», και έθεσε εύλογα το ερώτημα «Σήμερα, γιατί δεν τους στέλνουν στον φυσικό δικαστή; Γιατί αποφασίζει η ΝΔ κι όχι η Δικαιοσύνη;».
Κληθείς να σχολιάσει τη ρητορική περί συμψηφισμού, ο βουλευτής του ΠΑΣΟΚ ήταν κατηγορηματικός:
«Πρώτα επιδιώκουν συγκάλυψη. Ο συμψηφισμός είναι το επόμενο στάδιο. Είναι άλλο το επίπεδο των ποινικά διερευνώμενων, άλλο το επίπεδο των πολιτικών ευθυνών. Ακόμα και αν δεν υπάρχουν ποινικές ευθύνες, υπάρχει απόλυτη ανεπάρκεια, απόλυτη ανικανότητα στο να μην έχεις λύσει το θέμα του ΟΠΕΚΕΠΕ επί έξι χρόνια, ενώ ήξερες για κακοδιαχείριση και κατασπατάληση πόρων. Είναι άλλο η φερόμενη εγκληματική οργάνωση, σύμφωνα με τη δικογραφία, και είναι άλλο οι παρανόμως επωφελούμενοι. Εμείς όμως θέλουμε κάθαρση, όποιους και αν αφορά, από όπου και αν προέρχονται».
Απαντώντας στην ερώτηση του δημοσιογράφου αν θα ίσχυε η ίδια στάση και για κομματικά στελέχη του ΠΑΣΟΚ, ήταν ξεκάθαρος:
«Προφανώς. Μπορεί η ΝΔ, αντίστοιχα, να πει ότι ο έχων ποινική ή πολιτική ευθύνη ή ο εμπλεκόμενος σε εγκληματική οργάνωση ή ο παρανόμως επωφελούμενος είναι εκτός κόμματος; Εγώ το λέω. Οι υπόλοιποι το λένε»; Και συνέχισε τονίζοντας ότι «το χάσμα αξιοπιστίας μεταξύ κοινωνίας και πολιτικής δεν είναι ούτε προσωποκεντρικό ούτε κομματικό, αλλά μας αφορά όλους». Μίλησε, δε, για την ανάγκη ενός νέου ήθους στην πολιτική: «Το νέο στην πολιτική δεν είναι θέμα ηλικίας. Είναι θέμα αντίληψης: για την ηθική, την αξιοπρέπεια, την αξιοπιστία, το φιλότιμο. Αυτό το χάσμα εμπιστοσύνης πρέπει να χτιστεί ξανά. Και θα το χτίσουμε. Χωρίς αστερίσκους, χωρίς προϋποθέσεις. Βήμα-βήμα, με την αλήθεια».
Κληθείς να σχολιάσει την στασιμότητα του ΠΑΣΟΚ στις δημοσκοπήσεις, ο βουλευτής ανέφερε: «Δεν είναι αυτό ο στόχος μας. Δεν είναι το τέλος του δρόμου για εμάς. Είμαστε στη μέση του δρόμου, έχουμε πολλή δουλειά μπροστά μας», τονίζοντας ότι σκοπός είναι η πολιτική αλλαγή και όχι μια βολική παρουσία στην αντιπολίτευση. «Δεν είμαστε στην πολιτική για να υπηρετούμε τον οπαδισμό ή το θυμικό μας. Δεν είμαστε εδώ για να “τσιμπήσουμε” κάτι και να είμαστε όλοι ευχαριστημένοι. Εμείς θέλουμε πολιτική αλλαγή. Αυτό σημαίνει να αλλάξει η υφιστάμενη πολιτική που περιθωριοποιεί τη μεγάλη κοινωνική πλειοψηφία».
Απαρίθμησε ζητήματα για τα οποία απαιτείται αλλαγή πολιτικής. «Ακρίβεια, ενεργειακή κρίση, στέγαση, σούπερ μάρκετ, εργασιακή ευελιξία, τραπεζική αυθαιρεσία, καρτέλ και ολιγοπώλια στην αγορά. Όλα αυτά χτυπούν τη μέση ελληνική οικογένεια. Και αν δεν δοθεί αυτή η μάχη, είναι από την αρχή χαμένη».
Κλείνοντας την τοποθέτηση του, ο κ. Χριστοδουλάκης δήλωσε θετικός αλλά επιφυλακτικός αναφορικά με τις εξαγγελίες της κυβέρνησης για τα θαλάσσια πάρκα στο Ιόνιο και τις Κυκλάδες:
«Είναι αναγκαία η περιβαλλοντική οπτική των θαλάσσιων πάρκων. Είναι αναγκαία για τη χώρα μας, αλλά θα δούμε τις λεπτομέρειες».
Συμπλήρωσε, ωστόσο, πως η εξωτερική πολιτική της χώρας χρειάζεται σοβαρότερη στρατηγική, αναφέροντας: «Ερχόμαστε από ένα διάστημα που η χώρα μας δεν έχει πετύχει σε κρίσιμα πεδία: Ανατολική Λιβύη, Μονή Σινά στην Αίγυπτο, διαπραγματεύσεις της Συρίας με την Τουρκία για την ΑΟΖ, διαχείριση υδάτων στον Έβρο. Ζητάμε από την Τουρκία, σχεδόν παρακαλώντας, να απελευθερώσει νερά από τα φράγματά της. Όλα αυτά δείχνουν αδυναμία εξωτερικής πολιτικής. Εμείς τα βλέπουμε όλα με νηφαλιότητα και ευθύνη. Αν κάτι είναι θετικό, προφανώς θα το στηρίξουμε».